ΙΣΤΟΡΙΑ

Η ανακάλυψη της ραπτομηχανής χρονολογείται από το 1830, από τον ράπτη Τιμοννιέ όπου πήρε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την κατασκευή ενός τύπου μηχανής που έραβε με αλυσοειδή ραφή. Το 1846, ο Αμερικανός Ηλίας Χόουε, τελειοποίησε τον αρχικό αυτό τύπο και χρησιμοποίησε μικρή σαΐτα που ενώνεται με τη βελόνα.

Όλες οι σύγχρονες ραπτομηχανές προέρχονται από αυτόν τον τύπο, που περιλαμβάνει, στην απλούστερη και διαδομένη μορφή του, μια κατακόρυφη βελόνα, με τρύπα στην άκρη της, από όπου περνά η κλωστή που ξετυλίγεται από μια κουβαρίστρα στερεωμένη στο πάνω μέρος της ραπτομηχανής.

image-213836-history.png

Η βελόνα κατεβαίνει, τρυπάει το ύφασμα κι ανεβαίνει ελαφρά. Έτσι η κλωστή σχηματίζει στο ύφασμα ένα μικρό βρόχο. Η διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται σ΄ όλο το μήκος της ραφής, χάρη σε μια κίνηση μετατόπισης του υφάσματος.

Μ' αυτόν τον τρόπο σχηματίζεται μια σειρά διαδοχικών βελονιών, όμοιες μ' αυτές των χεριών. Όλες αυτές οι κινήσεις γίνονται σε ταχύτατο ρυθμό, που φτάνει σ' ορισμένες ραπτομηχανές σε πολλές χιλιάδες ραφές το λεπτό.

​Οι περισσότερες από τις σύγχρονες ραπτομηχανές είναι ηλεκτροκίνητες.

​Όμως οι παλιότεροι τύποι εξακολουθούν να βρίσκονται σε χρήση και μερικοί από αυτούς κινούνται με το χέρι.

​Ειδικοί μηχανισμοί, που προστίθενται στις ραπτομηχανές, επιτρέπουν διάφορες ειδικές εργασίες, όπως κεντήματα, ραφή κουμπότρυπων κ.λπ.

​Η χρήση των ραπτομηχανών είναι πολύπλευρη. Ειδικοί για κάθε περίπτωση τύποι χρησιμοποιούνται κυρίως στις βιομηχανίες, όπου γίνεται κατεργασία των δερμάτων, στις στρωματοποιίες κ.α.